MEASURES AND ARRANGEMENTS FOR HARASSMENT AND VIOLENCE AT WORK

ΜΕΤΡΑ ΚΑΙ ΡΥΘΜΙΣΕΙΣ ΓΙΑ ΤΗΝ ΠΑΡΕΝΟΧΛΗΣΗ ΚΑΙ ΤΗ ΒΙΑ ΣΤΗΝ ΕΡΓΑΣΙΑ

Προοίμιο – πεδίο εφαρμογής – εφαρμοστέες διατάξεις

Με απόφαση του Διοικητικού Συμβουλίου (Δ.Σ.) του Εθνικού Κέντρου Κοινωνικών Ερευνών (ΕΚΚΕ) στην υπ’ αριθ. 301/25-10-2021 συνεδρίασή του, η οποία επικαιροποιήθηκε με νεότερες αποφάσεις του στις υπ’ αριθ. 322/14-02-2023 και 326/02-06-2023 συνεδριάσεις του, έχει τεθεί σε εφαρμογή ένα αποτελεσματικό πλαίσιο για την πρόληψη, την αντιμετώπιση και την καταπολέμηση της βίας και της παρενόχλησης ως μορφές συμπεριφοράς, ώστε να διασφαλίζεται πάντοτε ένα περιβάλλον εργασίας όπου θα είναι σεβαστό το δικαίωμα εργασίας κάθε προσώπου χωρίς βία και παρενόχληση.

Στο εν λόγω πλαίσιο εμπίπτουν εργαζόμενοι/ες και απασχολούμενοι/ες στο ΕΚΚΕ, ανεξάρτητα από το καθεστώς απασχόλησής τους και τη σχέση εργασίας τους, συμπεριλαμβανομένων ενδεικτικά των απασχολούμενων με σύμβαση έργου, ανεξάρτητων υπηρεσιών ή έμμισθης εντολής και των απασχολούμενων μέσω τρίτων παρόχων υπηρεσιών, καθώς και προσώπων που παρακολουθούν κατάρτιση ή εκτελούν πρακτική άσκηση, συμπεριλαμβανομένων ενδεικτικά των ασκούμενων και των μαθητευόμενων, εθελοντών/ντριών, εργαζόμενων των οποίων η σχέση εργασίας έχει λήξει, καθώς και προσώπων υπό διορισμό ή πρόσληψη στο ΕΚΚΕ.

Εφαρμοστέα είναι ιδίως τα άρθρα 4 έως και 8, 13, 14, 15 και αναλογικά το άρθρο 12 του νόμου 4808/2021, καθώς και η αριθ. ΔΙΔΑΔ/Φ.64/946/οικ. 858/19.1.2023 απόφαση του Υπουργού Εσωτερικών (ΦΕΚ Β’ 343/26.1.2023) με θέμα «Πρόληψη και αντιμετώπιση φαινομένων βίας και παρενόχλησης στην εργασία σε φορείς του Δημοσίου».

Άρθρο 1

Απαγόρευση βίας και παρενόχλησης στην εργασία – ορισμοί

1. Απαγορεύεται κάθε μορφής βία και παρενόχληση, που εκδηλώνεται κατά τη διάρκεια της εργασίας είτε συνδέεται με αυτήν είτε προκύπτει από αυτήν, συμπεριλαμβανομένης της βίας και παρενόχλησης λόγω φύλου/ταυτότητας φύλου και της σεξουαλικής παρενόχλησης.

2. Η παραβίαση των απαγορεύσεων του παρόντος πλαισίου γεννά εκτός των άλλων αξίωση για πλήρη αποζημίωση του θιγόμενου προσώπου, η οποία καλύπτει τη θετική και αποθετική του ζημία, καθώς και την ηθική βλάβη του.

3. α) Ως «βία και παρενόχληση» νοούνται οι μορφές συμπεριφοράς, πράξεις, πρακτικές ή απειλές αυτών, που αποσκοπούν, οδηγούν ή ενδέχεται να οδηγήσουν σε σωματική, ψυχολογική, σεξουαλική ή οικονομική βλάβη, είτε εκδηλώνονται μεμονωμένα είτε κατ’ επανάληψη. β) Ως «παρενόχληση» νοούνται οι μορφές συμπεριφοράς, που έχουν ως σκοπό ή αποτέλεσμα την παραβίαση της αξιοπρέπειας του προσώπου και τη δημιουργία εκφοβιστικού, εχθρικού, εξευτελιστικού, ταπεινωτικού ή επιθετικού περιβάλλοντος, ανεξαρτήτως εάν συνιστούν μορφή διάκρισης, και περιλαμβάνουν και την παρενόχληση λόγω φύλου/ταυτότητας φύλου ή για άλλους λόγους διάκρισης. γ) Ως «παρενόχληση λόγω φύλου/ταυτότητας φύλου» νοούνται οι μορφές συμπεριφοράς που συνδέονται με το φύλο/την ταυτότητα φύλου ενός προσώπου, οι οποίες έχουν ως σκοπό ή αποτέλεσμα την παραβίαση της αξιοπρέπειας του προσώπου αυτού και τη δημιουργία εκφοβιστικού, εχθρικού, εξευτελιστικού, ταπεινωτικού ή επιθετικού περιβάλλοντος. Αυτές οι μορφές συμπεριφοράς περιλαμβάνουν και τη σεξουαλική παρενόχληση, καθώς και συμπεριφορές που συνδέονται με τον σεξουαλικό προσανατολισμό, την έκφραση, την ταυτότητα ή τα χαρακτηριστικά φύλου του προσώπου.

4. Η βία και η παρενόχληση ως μορφές συμπεριφοράς μπορούν να λαμβάνουν χώρα ιδίως: (α) στον χώρο εργασίας, συμπεριλαμβανομένων και χώρων όπου ο/η εργαζόμενος/η κάνει διάλειμμα για ανάπαυση ή για φαγητό, και σε χώρους ατομικής υγιεινής και φροντίδας, (β) στις μετακινήσεις από και προς την εργασία, τις λοιπές μετακινήσεις, τα ταξίδια, την εκπαίδευση, καθώς και τις εκδηλώσεις και τις κοινωνικές δραστηριότητες που σχετίζονται με την εργασία και (γ) κατά τα είδη επικοινωνίας που σχετίζονται με την εργασία, συμπεριλαμβανομένων εκείνων που πραγματοποιούνται μέσω τεχνολογιών πληροφορικής και επικοινωνίας.

Άρθρο 2

Μέτρα ενημέρωσης και πρόληψης

Η Διεύθυνση Διοικητικών, Οικονομικών Υπηρεσιών και Ανάπτυξης και τα Ινστιτούτα του ΕΚΚΕ οφείλουν: α) να ενημερώνουν το διοικητικό και ερευνητικό προσωπικό του ΕΚΚΕ με κάθε πρόσφορο τρόπο για τις κείμενες διατάξεις που αφορούν την πρόληψη και αντιμετώπιση φαινομένων βίας και παρενόχλησης στην εργασία και τις σχετικές οδηγίες που περιλαμβάνονται σε γενικούς ή ειδικούς κώδικες και οδηγούς δεοντολογίας και επαγγελματικής συμπεριφοράς, β) να αναρτούν στον χώρο εργασίας ή στον οικείο δικτυακό τόπο ενημέρωση για τις διαδικασίες που υφίστανται στο ΕΚΚΕ για την καταγγελία και την αντιμετώπιση τέτοιων μορφών συμπεριφοράς, καθώς και τα στοιχεία επικοινωνίας με τις αρμόδιες, σύμφωνα με τις κείμενες διατάξεις, αρχές, γ) να προβαίνουν στις απαραίτητες ενέργειες για την εκπαίδευση των υπαλλήλων όσον αφορά θέματα διαχείρισης περιστατικών βίας και παρενόχλησης στην εργασία και εξάλειψης ή περιορισμού των κινδύνων εμφάνισης τέτοιων φαινομένων, δ) να προβαίνουν σε ενέργειες ενημέρωσης και ευαισθητοποίησης των υπαλλήλων και να ενθαρρύνουν τη συμμετοχή των υπαλλήλων σε αυτές, ε) να διασφαλίζουν τη δημιουργία περιβάλλοντος ασφάλειας και εχεμύθειας για τους/τις υπαλλήλους που επιθυμούν να προβούν σε αναφορά φαινομένων βίας και παρενόχλησης στην εργασία με σκοπό την έγκαιρη αντιμετώπισή τους κατά τις κείμενες διαδικασίες και στ) να συνεργάζονται με την Επιτροπή Ισότητας και Καταπολέμησης των Διακρίσεων του ΕΚΚΕ.

Άρθρο 3

Διαδικασία και όργανα υποβολής αναφορών για περιστατικά βίας και παρενόχλησης στην εργασία

1. Κάθε πρόσωπο που θίγεται από περιστατικό βίας και παρενόχλησης σε βάρος του, ακόμη και αν έχει λήξει η σχέση εγασίας, στο πλαίσιο της οποίας φέρεται ότι εκδηλώθηκε σε βάρος του το περιστατικό ή η συμπεριφορά, εκτός από τη διαδικασία δικαστικής προστασίας, έχει δικαίωμα υποβολής καταγγελίας: α) ενώπιον του Συνηγόρου του Πολίτη, β) ενώπιον του/της Διευθυντή/ντριας του ΕΚΚΕ και γ) ενώπιον της Εθνικής Αρχής Διαφάνειας, εφ’ όσον έχει υποβληθεί καταγγελία στον Διευθυντή/ντρια του ΕΚΚΕ και αυτός/η δεν έχει επιληφθεί αρμοδίως μετά το πέρας τριών μηνών από την υποβολή της καταγγελίας.

2. Η καταγγελία υποβάλλεται στον/στην Διευθυντή/ντρια του ΕΚΚΕ με εμπιστευτικό πρωτόκολλο. Ο/Η Διευθυντής/ντρια του ΕΚΚΕ υποχρεούται αμέσως και το αργότερο εντός πέντε (5) εργασίμων ημερών από την παραλαβή της καταγγελίας να εξετάσει τη βασιμότητα των ισχυρισμών της καταγγελίας και να καλέσει ενώπιόν του/της για παροχή εξηγήσεων τον/την καταγγελλόμενο/η, καθώς και κάθε άλλο πρόσωπο, το οποίο βάσει της καταγγελίας ή των εξηγήσεων του/της καταγγελλόμενου/ης έλαβε γνώση ή ήταν μάρτυρας για το περιστατικό βίας και παρενόχλησης. Εφ’ όσον από το πόρισμα της εξέτασης αυτής προκύψει πειθαρχική ευθύνη του/της καταγγελλόμενου/ης, το πόρισμα αυτό διαβιβάζεται άμεσα και το αργότερο εντός αποκλειστικής προθεσμίας τριών (3) ημερών στο αρμόδιο Πειθαρχικό Συμβούλιο. Οι ανωτέρω προθεσμίες είναι αποκλειστικές και η τυχόν υπέρβασή τους συνιστά πειθαρχικό παράπτωμα.

3. Ο/Η Διευθυντής/ντρια του ΕΚΚΕ οφείλει κατά τη διαχείριση των καταγγελιών να ασκεί τα καθήκοντά του/της με ακεραιότητα, αντικειμενικότητα και αμεροληψία, να τηρεί την υποχρέωση εχεμύθειας και εμπιστευτικότητας και να απέχει από τη διαχείριση συγκεκριμένων υποθέσεων δηλώνοντας κώλυμα, εφ’ όσον συντρέχει περίπτωση σύγκρουσης συμφερόντων. Εφόσον συντρέχει τέτοια περίπτωση, ο/η Διευθυντής/ντρια διαβιβάζει αμελλητί την καταγγελία στον Συνήγορο του Πολίτη.

4. Το θιγόμενο πρόσωπο που υπέβαλε την καταγγελία ενημερώνεται αμελητί από τον/την Διευθυντή/ντρια του ΕΚΚΕ για την εξέλιξη της εξέτασης της καταγγελίας του ή την τυχόν διαβίβασή της σε άλλο αρμόδιο όργανο.

Άρθρο 4

Μέτρα προστασίας

1. Το ΕΚΚΕ, όταν λάβει γνώση της παραβίασης της απαγόρευσης βίας και παρενόχλησης, λαμβάνει αρμοδίως όλα τα πρόσφορα και ανάλογα κατά περίπτωση μέτρα σε βάρος του/της καταγγελλόμενου/ης, προκειμένου να εμποδιστεί και να μην επαναληφθεί παρόμοιο περιστατικό ή συμπεριφορά, ακόμα και κατά το διάστημα διερεύνησης της σχετικής καταγγελίας.

2. Τα μέτρα αυτά μπορεί να περιλαμβάνουν τη σύσταση συμμόρφωσης, τη μετακίνηση σε άλλη οργανική μονάδα, την αλλαγή του χώρου εργασίας ή την αλλαγή ωραρίου, την απομάκρυνση από τον χώρο εργασίας με υποχρεωτική χορήγηση κανονικής άδειας ή υπηρεσιακής άδειας αναπλήρωσης, εφ’ όσον υφίσταται υπόλοιπο, τη διερεύνηση τυχόν πειθαρχικής ευθύνης του/της καταγγελλόμενου/ης, την πειθαρχική του/της δίωξη και την επιβολή πειθαρχικής ποινής σύμφωνα με τις κείμενες διατάξεις ή την καταγγελία της σύμβασης εργασίας ή απασχόλησης, σε όσες περιπτώσεις είναι δυνατή με βάση τη σχέση εργασίας του/της καταγγελλόμενου/ης, με την επιφύλαξη της απαγόρευσης της κατάχρησης δικαιώματος του άρθρου 281 ΑΚ. Το μέτρο της μετακίνησης σε άλλη οργανική μονάδα, της αλλαγής χώρου εργασίας ή ωραρίου μπορεί να εφαρμοστεί και για το θιγόμενο πρόσωπο, εφόσον υποβληθεί σχετικό αίτημα και στην περίπτωση αυτή η Υπηρεσία υποχρεούται να εξετάσει το αίτημα αυτό κατά προτεραιότητα.

3. Κάθε πρόσωπο που υφίσταται περιστατικό βίας και παρενόχλησης σε βάρος του, έχει δικαίωμα να απουσιάσει δικαιολογημένα από τον εργασιακό χώρο για εύλογο χρόνο που δεν δύναται να υπερβαίνει τις τρεις (3) εργάσιμες ημέρες, χωρίς στέρηση μισθού ή άλλη δυσμενή συνέπεια, εφ’ όσον κατά την εύλογη πεποίθησή του υφίσταται επικείμενος σοβαρός κίνδυνος για τη ζωή, την υγεία ή την ασφάλειά του, ιδίως όταν ο/η δράστης/στιδα τέτοιας συμπεριφοράς είναι ο/η άμεσος/η προϊστάμενος/η του προσώπου ή όταν παρά την υποβολή καταγγελίας δεν έχουν ληφθεί τα απαραίτητα και πρόσφορα μέτρα, ώστε να αποκατασταθεί η ομαλή λειτουργία της υπηρεσίας, ή όταν τα μέτρα αυτά δεν είναι ικανά για να σταματήσουν τη συμπεριφορά βίας και παρενόχλησης.

4. Στην περίπτωση της προηγούμενης παραγράφου, ο/η αποχωρών/ουσα υποχρεούται να ενημερώσει προηγουμένως εγγράφως τον/την Διευθυντή/ντρια του ΕΚΚΕ, καταγγέλλοντας το περιστατικό βίας και παρενόχλησης και τα περιστατικά που αιτιολογούν την πεποίθησή του/της ότι επίκειται σοβαρός κίνδυνος για τη ζωή, την υγεία ή την ασφάλειά του/της. Εφ’ όσον δεν υφίσταται ή έχει παύσει να υφίσταται ο κίνδυνος ή το ΕΚΚΕ έλαβε τα απαραίτητα μέτρα και το πρόσωπο αρνείται να επιστρέψει στον εργασιακό χώρο, η απουσία του παύει να θεωρείται δικαιολογημένη.

Άρθρο 5

Απαγόρευση αντιποίνων

Απαγορεύεται από τον νόμο και είναι άκυρη η καταγγελία ή η με οποιονδήποτε τρόπο λύση της έννομης σχέσης στην οποία στηρίζεται η απασχόληση, καθώς και κάθε άλλη δυσμενής μεταχείριση καταγγέλλοντος προσώπου, εφ’ όσον συνιστά εκδικητική συμπεριφορά λόγω μη ενδοτικότητάς του σε σεξουαλική ή άλλη παρενόχληση σε βάρος του, ή αντίμετρο λόγω διαμαρτυρίας, καταγγελίας, μαρτυρίας ή οποιασδήποτε άλλης ενέργειάς του ενώπιον δικαστηρίου ή άλλης αρχής, η οποία είναι σχετική με την εφαρμογή της παρούσας.

Άρθρο 6

Προσφυγή από νομικά πρόσωπα και ενώσεις προσώπων

Νομικά πρόσωπα και ενώσεις προσώπων που δικαιολογούν σχετικό έννομο συμφέρον μπορούν, κατά τον νόμο, κατόπιν συναίνεσης του/της θιγόμενου/ης από παραβάσεις του παρόντος πλαισίου προσώπου, να ασκούν στο όνομά του/της προσφυγή ενώπιον των αρμόδιων διοικητικών ή δικαστικών αρχών. Μπορούν επίσης να παρεμβαίνουν προς υπεράσπισή του/της ενώπιον των διοικητικών ή δικαστικών αρχών.

Άρθρο 7

Βάρος απόδειξης

Όταν ένα πρόσωπο που εμπίπτει στο πεδίο εφαρμογής του παρόντος πλαισίου ισχυρίζεται ότι υφίσταται μεταχείριση που ενέχει παρενόχληση ή βία και επικαλείται γεγονότα ή στοιχεία από τα οποία πιθανολογείται άμεση ή έμμεση παρενόχληση και βία, ο καθ’ ου/ η καθ’ ης φέρει το βάρος να αποδείξει ότι δεν υπήρξε παραβίαση των ανωτέρω απαγορεύσεων.